ΚΑΙΡΟΣ ΠΕΡΙΣΥΛΛΟΓΗΣ ΚΑΙ ΓΥΜΝΑΣΙΑΣ
ΕΙΣ ΕΥΣΕΒΕΙΑΝ.
Ἡ περίοδος τῆς Ἁγίας καί μεγάλης
τεσσαρακοστῆς εἶναι πράγματι περισυλλογῆς καί γυμνασίας εἰς εὐσέβειαν. Ἡ Ἁγία
μας Ἐκκλησία, μέ τούς κατανυκτικούς ὕμνους καί τά ἀποστολικά καί εὐαγγελικά ἀναγνώσματα
προσπαθεῖ νά μᾶς ἀφυπνίσῃ, νά μᾶς φέρει σέ συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητός μας Ἐνώπιον τοῦ Παντάνακτος
Θεοῦ. Μᾶς ὁδηγεῖ σέ περισυλλογή καί αὐτοεξέτασι, σέ ἐνσυνείδητο αὐτοέλεγχον καί
μᾶς φέρει σέ αὐτογνωσία καί εἰλικρινῆ μετάνοια.
ΟΛΟΙ ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι θνητοί
γνωρίζουμε καλά, πώς ἔχουμε ξεφύγει ἀπό τό δρόμο τῆς Ζωῆς, ἀπό τό δρόμο τοῦ Θεοῦ,
καί ζοῦμε, σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἄθλια παροικία, χωρίς Θεόν, χωρίς Ἀγάπη,
χωρίς ἔλεος, χωρίς σκοπό, χωρίς νόημα,χωρίς περιεχόμενο. Ὁ Ἕνας στέκεται ἀπέναντι
στόν ἄλλον σάν ἐχθρός. Στρέφει ὁ Μανασσῆς καί τρώγει τίς σάρκες του, κατεσθίει
τόν ἀδελφό του. Σωρεύουμε στόν κόσμο συμφορές, πολέμους ἀκαταστασίες,
θανατώνουμε τούς ἀθώους καί κάνουμε Θρίαμβο, χωρίς ἴχνος ντροπῆς, πάνω στά νωπά
αἵματα τῶν θυμάτων μας. Ἀρνούμαστε τόν Ἕνα
καί Μόνον Ἀληθινόν Θεόν, ἀρνούμαστε τήν ΑΓΑΠΗΝ καί λατρεύουμε τά Εἴδωλα, τό
Βόρβορο, τό Διάβολο, τό Μαμωνᾶ, τό Χρῆμα. Μᾶς κυριεύουν τά βρωμερά μας Πάθη καί
δημιουργοῦμε μιά ἀποπνικτική, βρωμερή ἀτμόσφαιρα, πού κυριολεκτικά μᾶς
πνίγει. Καί παρόλα αὐτά, ἐμεῖς προσκυνοῦμε τά Εἴδωλα, καί συνεχίζουμε
τά ἄνομα ἔργα τῶν χειρῶν μας, φόνους, κλοπές, ληστεῖες καί πᾶν φαῦλον πρᾶγμα(πρβλ. Ἀποκ. θ΄20-21). Γι’αὐτό εἶναι «πικρό καί τό
νερό πού πίνουμε καί τό ψωμί, πού τρῶμε «ἄρτος Ὀδύνης». Ἔτσι ἀφήνουμε νά μπῆ
ὁ Διάολος μέσα μας καί βαίνουμε ὁλοταχῶς στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἀθλιότητος, στήν ἄβυσσο
τῆς αἰώνιας Ὀδύνης , στό Χαμό.
Ἡ Αγία μας Ἐκκλησία διαπιστώνει τήν
κατάντια μας καί πόνον προσπαθεῖ, πρίν τελειωτικά χαθοῦμε, νά φωτίσῃ τά
σκοτάδια μας, μέ τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς ΚΑΛΕΙ νά μετα-νοήσουμε καί νά ἐπιστρέψουμε
στήν Πατρική Ἑστία, στήν Πηγή τοῦ Ζῶντος Ὕδατος. Ἰδιαιτέρως δέ κατά τήν περίοδο
τῆς Μεγάλης τεσσαρακοστῆς, μᾶς ΚΑΛΕΙ νά τροποποιήσουμε καί νά θεραπεύσουμε τήν
προβληματική μας συμπεριφορά.
Μᾶς ΚΑΛΕΙ «νά φύγουμε ἀπό τήν πνιγερή ζωή στῆς Ὀμορφιᾶς τή σφαῖρα». Νά «νεκρώσουμε τά μέλη ἡμῶν τά ἐπί τῆς γῆς». Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγει ὅτι «Οἱ δέ (μαθηταί) τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις»(Γαλάτ. ε΄24). Μᾶς ΚΑΛΕΙ νά ἀκολουθήσουμε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ.
Θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι· μή φοβεῖσθε» (Ματθ,ιδ΄27).
Καί πραγματικά ὅταν ἀγωνιζώμαστε ἔχοντας στραμμένο τό βλέμμα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος στόν ἀρχηγό τῆς Πίστεώς μας καί τελειωτήν, τόν γλυκύ καί πρᾷον, στόν Ἰησοῦν Χριστόν, μποροῦμε νά περιπατοῦμε καί πάνω στήν τρισκυμισμένη θάλασσαν. Ὅταν ὅμως ἀποστρέψουμε τό βλέμμα μας ἀπό τόν Κύριον, τότε καταποντιζόμαστε. Ἀλλά καί τότε ὁ Παντοκράτωρ, σπεύδει καί μᾶς ἀνασύρει ἀπό τόν βυθόν, μᾶς λυτρώνει ἀπό τόν κίνδυνον , μᾶς ἐλευθερώνει καί μᾶς ὁδηγεῖ «ἐπί ζωῆς πηγάς ὑδάτων». Ἀρκεῖ νά πιστεύουμε καί ἐναθέτουμε τήν ψυχήν μας Σ'Αὐτόν, πού σταυρώθηκε, γιά μᾶς.
Ὁ Πέτρος λέγει ὅτι «ὁ Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ἡμῶν, ἡμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν
ἵνα ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ»
( παρβλ.
Α΄ Πέτρ. β΄21).
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δέ μᾶς προτρέπει
λέγων: «Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά, καί περιπατεῖτε ἐν ἀγάπῃ,
καθώς καί ὁ Χριστός ἠγάπησεν ἡμᾶς καί παρέδωκεν ἑαυτόν ὑπέρ ἡμῶν προσφοράν καί
θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας» ( Ἐφεσ. ε΄1-2). Μᾶς ΚΑΛΕΙ νά ζοῦμε ὅπως ὁ Χριστός, «καθώς πρέπει ἁγίοις».
Γιά νά κατακτήσουμε ὅμως τήν ἁγιότητα, χρειάζεται ἐπίπονη ἄσκησις, γυμνασία εἰς εὐσέβειαν.
Χρειάζεται συνεχής ἀγῶνας πνευματικός, Προσοχή, Νῆψις, νηφαλιότητα, ἐγρήγορσις.
Ἀδιάλειπτη Προσευχή καί εὐάρεστη στό Θεό
ΝΗΣΤΕΙΑ. Χρειάζεται ἄθλησις, γυμνασία.
Ὁ Παῦλος συνιστᾶ στόν Τιμόθεο καί στόν καθένα ἀπό μᾶς καί λέγει: «Γύμναζε δέ καί συνήθιζε τόν ἑαυτόν σου εἰς τήν συνεχῆ ἐξάσκησιν τῆς εὐσεβοῦς καί ἁγίας ζωῆς. Σοῦ συνιστῶ δέ τήν γυμνασίαν αὐτήν, διότι ἡ μέν σωματική ἐξάσκησις καί ἐκγύμνασις εἰς ὀλίγον εἶναι ὠφέλιμος, ἐπειδή ἀποβλέπει μόνον εἰς τό σῶμα, πού εἶναι φθαρτόν. Ἡ εὐσέβεια ὅμως εἶναι ὠφέλιμος εἰς ὅλα, καί εἰς τό σῶμα δηλαδή καί εἰς τήν ψυχήν, διότι ὑπόσχεται αγαθά καί ἀνταμοιβάς καί διά τήν παροῦσαν καί διά τήν μέλλουσαν ζωήν» (Α΄Τιμόθ. δ΄7-8).
Ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ ὅλους νά γυμναζώμαστε εἰς τήν εὐσέβειαν. «Τό Στάδιον , λέγει, τῶν ἀρετῶν ἠνέῳκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι, εἰσέλθετε». Ὅσοι πραγματικά, μέ τήν καρδιά σας θέλετε νά γυμνασθῆτε εἰς εὐσέβειαν, ὅσοι θέλετε νά ἐξασκηθῆτε στήν πνευματική καί ἁγίαν ζωήν, ὅσοι θέλετε νά ἀκολουθήσετε τά ματωμένα Χνάρια τοῦ Χριστοῦ, καί νά μάθετε εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, μπῆτε στό στάδιο καί προετοιμασθῆτε, γιά τόν καλόν ἀγῶνα τῆς νηστείας. Μάθετε καλά τί σημαίνει εὐάρεστος στόν Θεόν νηστεία, ὥστε νά μή γίνεσθε σκυθρωποί, ὅπως ἀκριβῶς οἱ ὑποκριτές Φαρισαῖοι. Τί εἶναι θεάρεστος νηστεία; Εἶναι μόνον ἡ ἀποχή ἀπό ὡρισμένα φαγητά καί ὡρισμένες μέρες; Ἡ ἀποχή ἀπό τά φαγητά εἶναι τό σῶμα τῆς κατά Θεόν νηστείας. Ἡ Ψυχή τῆς νηστείας, ἡ οὐσία τῆς νηστείας εἶναι ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἀποχή γλώσσης, θυμοῦ, καταλαλιᾶς καί γενικά ἡ ἀποχή ἀπό τό Κακό καί τήν ἁμαρτία. ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ. Καί ὀφείλουμε ὄχι μόνον Μερικές μέρες νά νηστεύουμε, ἀλλά σέ ὅλη μας τή ζωή νηστεύουμε ἀπό τό Κακό καί τήν ἁμαρτίαν. Ὀφείλουμε νά μάθουμε, καθημερινά, νά λατρεύουμε τό Θεό μέ τέλεια ἀγάπη καί τόν πλησίον μας ὅπως τόν ἑαυτό μας. Αὐτή ἡ νηστεία εἶναι εὐάρεστος στό Θεό. Καί ἠ ἀποχή ἀπό τά φαγητά ἔχει σκοπό νά νικήσουμε τό βρωμερό Πάθος τῆς γαστριμαργίας, τῆς κοιλιοδουλείας, κυρίως δέ, γιά νά κάνουμε ἐλεημοσύνη. Νά βγάζουμε τή μπουκιά ἀπό τό στόμα μας, γιά νά τρέφουμε κάθε πεινασμένο, νά ντύνουμε τό γυμνό νά θεραπεύουμε κάθε ἀνήμπορο. Αὐτή τή νηστεία θέλει ὁ Θεός, βδελύσεται ὁ Κύριος τά ψευτοκαμώματά μας καί τίς ψευτονηστεῖες μας καί τίς πονηριές μας(παρβλ. Ἡσ. α΄11-20 Ματθ. κε΄31-46).
Ὁ Πιστός στό Θεό ἀθλεῖται, ἀσκεῖται, μαθαίνει «Τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ τό ἀγαθόν καί
εὐάρεστον καί τέλειον» ( Ρωμ. ιβ΄2) καί τό κάνει «πρᾶξι» στήν καθημερινή του
ζωή. Ὁ πιστός στή ζωή του ὀφείλει νά νηστεύει, δηλαδή
νά πράττῃ, ὄχι τό δικό του θέλημα, ἀλλά τό Θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως θέλει ὁ
Θεός, ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς. Τότε ἀθλεῖται νομίμως. Εἷναι δέ ἀπολύτως
βέβαιον ὅτι «οἱ νομίμως ἀθλοῦντες, δικαίως στεφανοῦνται».
Ὁ ἱερός ὑμνωδός τῆς Ἐκκλησίας μας, τότε μόνον θά μπορέσουμε νά ἀντιπαλέσουμε, νά πολεμήσουμε ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν μας, ἐναντίον τοῦ κακοῦ μας ἑαυτοῦ, ἐναντίον τοῦ διαβόλου καί τῶν δαιμονανθρώπων, ὅταν ἀναλάβουμε τήν πανοπλίαν τοῦ Σταυροῦ. Δηλαδή στόν πνευματικό μας ἀγῶνα εἶναι ἀνάγκη νά πολεμήσουμε τόν ἐχθρόν μέ τά ὅπλα τοῦ Θεοῦ: α)«Κατέχοντες ὡς τεῖχος ἄρρηκτον τήν Πίστιν εἰς τόν Θεό» ,ὅτι πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι. β) Ὡς θώρακα τήν Προσευχήν, γ) καί περικεφαλαίαν τήν Ἐλεημοσύνην καί δ) ἀντί μαχαίρας τήν ΝΗΣΤΕΙΑΝ, ὡς μίμησιν τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, διότι αὐτή θεάρεστος νηστεία ἐκτέμνει ἀπό καρδίας( Ξεριζώνει μέσα ἀπό τήν καρδιά μας) πᾶσαν κακίαν». Ὅποιος ἀγωνίζεται καί χρησιμοποιεῖ αὐτόν τόν ὁπλισμόν , Ὁ ποιῶν ταῦτα τόν ἀληθινόν κομίζεται στέφανον παρά τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ ἐν τῇ Ἡμέρᾳ τῆς Κρίσεως».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου