Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

«ΚΥΡΙΕ ΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ


                                        ΜΕΘ’ ΗΜΩΝ ΓΕΝΟΥ».


«Κύριε τῶν δυνάμεων, μεθ’ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γάρ ἐκτός Σου βοηθόν, ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν· Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἡμᾶς».

Παντοδύναμε καί Φιλάνθρωπε, Οἰκτίρμων καί Ἐλεήμων Κύριε,  γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, ἔλα γρήγορα καί μεῖνε μαζί μας!  Ἔρχου ταχύ. Ἀναρίθμητες εἶναι οἱ θλίψεις μας, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, λυπήσου μας καί ἐλέησέ μας. Μονάχα Σέ Σένα , Κύριέ μου καταφεύγουμε. Σύ, ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, εἶσαι ὁ  δικός μας Θεός κι’ ἐμεῖς, ἀχρεῖοι μέν, ἀλλά δικοί Σου δοῦλοι. Βοηθόν στίς θλίψεις μας  δέν ἔχουμε, ἀλλά καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον ἐκτός ἀπό Σένα. Σύ καί μόνον Σύ, Παντοδύναμε Κύριε, εἶσαι  ἡ μόνη μας ἐλπίδα, τό Φρούριόν μας, τό μόνον ἀσφαλές καταφύγιον καί μέ συντριβή καρδίας, σέ Σένα καταφεύγουμε καί Σένα ἱκετεύουμε, ἔλα καί μεῖνε μαζί μας  καί ἐλέησέ μας. Σύ, Κύριε, πού Σταυρώθηκες καί Ἀναστήθηκες, γιά μᾶς εὐσπλαγχνίσου μας καί, πρίν ὁλότελα χαθοῦμε, πρόφθασε καί σῶσε μας, Ἐλεήμων!

Μᾶς τίμησες μέ τήν τιμήν τοῦ «κατ’ εἰκόνα», μᾶς ὕψωσες καί μᾶς δόξασες. Δημιούργησες γιά μᾶς Βασιλείαν, ἀπό καταβολῆς κόσμου! Μᾶς χάρισες τήν ἐπικοινωνία μαζί Σου, τόν παράδεισο τῆς τρυφῆς. Κι’ ἐμεῖς; Μετουσιώσαμε τόν Παράδεισο, σέ «χοιροστάσι», σέ πραγματική, βασανιστική Κόλασι. Ξεφύγαμε, διά τῆς παρακοῆς, ἀπό τό δρόμο τῆς Ζωῆς, ξεστρατήσαμε, χωρισθήκαμε ἀπό Σένα τήν Πηγή τῆς ζωῆς καί ζοῦμε χωρίς Ἐσένα, χωρίς ἀγάπη, χωρίς σκοπό, χωρίς νόημα χωρίς περιεχόμενο, καί «ὀρύσσουμε λάκκους συντετριμμένους, οἵ οὐ δυνήσονται ὕδωρ συνέχειν», προσπαθῶντας νά χορτάσουμε τήν πεῖνα μας «ἐκ τῶν κερατίων, ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι» καί νά ξεδιψάσουμε τή δίψα μας στά «λασπονέρια» τῆς ἀποστασίας. Λατρεύουμε τό Βόρβορο καί προσκυνοῦμε τά Εἴδωλα. Τά ἔργα μας, ἄνομα, ἔργα Παραφροσύνης. Ὑποκινοῦμε πολέμους καί ἀκαταστασίες. Ἀνάβουμε φωτιές καί ρίχνουμε λάδι στίς φωτιές, ὁπλίζοντας τά χέρια δολοφώνων, μέ ὅπλα φονικά. Ἀφήκαμε ἀφύλακτες τίς Θύρες καί μπῆκε «ὁ Διάολος» μέσα μας καί οἱ πιό πολλοί ἀπό μᾶς ἐνεργοῦμε «κατ’ ἐνέργειαν τοῦ Σατανᾶ» καί σπέρνουμε συμφορές. Χάσαμε τή θεία Κοινωνία καί φθάσαμε στό ἄκρον ἄωτον τῆς ἐξαθλιώσεως, μακριά ἀπό Σένα, Θεέ Μακρόθυμε καί Φιλάνθρωπε.

Θανατώνουμε ἀθώους καί, χωρίς ἴχνος ντροπῆς, κάνουμε Θρίαμβο πάνω στά νωπά αἵματα τῶν θυμάτων μας. Καθώς ἀναφέρει ἡ Γραφή, «δέν ὑπάρχει δίκαιος οὔτε ἕνας· δέν ὑπάρχει κανείς συνετός, δέν ὑπάρχει κανένας πού νά πιστεύῃ καί νά ζητῇ τόν Θεόν, ὅλοι παρεξέκλιναν καί συγχρόνως ἐξαχρειώθηκαν, δέν ὑπάρχει κανείς, πού νά κάνει τό καλόν, τό ἀγαθόν. Δέν ὑπάρχει οὔτε ἕνας. Τάφος ἀνοικτός εἶναι ὁ λάρυγγάς τους, ἕτοιμος νά καταπιῇ τόν πλησίον. Μέ τίς γλώσσες τους μιλοῦν δόλια. Φαρμάκι ἀπό Ὀχιές εἶναι κάτω ἀπό τά χείλη τους. Τό στόμα τους εἶναι γεμᾶτο ἀπό ὕβρεις καί κατάρες ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καί δηλητήριον πικρίας ἐναντίον τοῦ πλησίον. Καί ὅπως λέγει ὁ Ἡσαῒας, τά πόδια τους τρέχουν γρήγορα, γιά νά χύσουν αἷμα, νά φονεύσουν τούς ἀθώους συνανθρώπους τους. Στό διάβα τους σπέρνουν συμφορές, ἡ ζωή τους εἶναι καταστροφή καί δυστυχία, γιά τόν πλησίον. Δέν γνώρισαν τό δρόμο τῆς εἰρήνης γιά τόν ἑαυτόν τους οὔτε γιά τούς ἄλλους. Δέν ὑπάρχει φόβος Θεοῦ στά μάτια τῆς ψυχῆς τους» (πρβλ. Ρωμ. γ΄ 10-18). Θεέ μου, πού καταντήσαμε; Πῶς μᾶς ανέχεσαι, Κύριε; Δόξα τῇ Μακροθυμία Σου, Κύριε, δόξα Σοι!

Καθημερινά κραυγάζουμε μαζί μέ τόν Προφήτη: «Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως  πότε βαρυκάρδιοι; Ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καί ζητεῖτε ψεῦδος;»(Ψαλμ. δ΄ 3). Καί μαζί μέ τό Χρυσόστομο θρηνοῦμε τήν ἀθλιότητά μας: «Υἱοί ἀνθρώπων, ἕως πότε παχυκάρδιοι, τῇ γῇ προσηλωμένοι, κακίαν διώκοντες, πονηρίαν μετιόντες, ταῖς ἡδυπαθείαις κατασηπώμενοι;»...Κύριε, μή βραδύνῃς, μή ἀργοπορῇς. Ἔρχου ταχύ! Καταποντιζόμαστε. Χείμαρρον διῆλθε καί διέρχεται ἠ ψυχή μας. Πρίν  εἰς τέλος χαθοῦμε, πρόφθασε.

«Φύλαξε  τήν Ἐκκλησίαν Σου καί  ὅλους ἐμᾶς τούς ἀχρείους δούλους Σου, ἀπό ὀργῆς, λοιμοῦ, λιμοῦ, σεισμοῦ, καταποντισμοῦ, πυρός, μαχαίρας, ἐπιδρομῆς ἀλλοφύλων, ἐμφυλίου πολέμου καί αἰφνιδίου θανάτου», Σκέπασέ μας κάτω ἀπό τήν παντοδύναμον Σκέπην τῶν πτερύγων Σου, ἀποδίωξον ἀφ’ ἡμῶν πάντα ἐχθρόν καί πολέμιον, εἰρήνευσον ἡμῶν τήν ζωήν Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς καί τόν κόσμον Σου, καί σῶσον τάς ψυχάς ἡμῶν, ὡς ἀγαθός καί φιλάνθρωπος καί ἐλεήμων Θεός.

Κύριε, ἔρχου ταχύ! Ἄνοιξε τούς καταρράκτες τοὐρανοῦ, γιά νά ξεπλύνῃς τίς ντροπές. Ἔλα κοντά μας σάν καθαρτική φωτιά, ὡς «πῦρ καταναλίσκον», καί κάψε. Κάψε τά ἄχυρα τῶν ἔργων μας, κάψε τήν ἔπαρσι, τόν Ἐγωϊσμό, τή φιλαυτία. Κάψε τά ζιζάνια καί σύναξε τό σιτάρι στίς οὐράνιές Σου ἀποθῆκες. Λύτρωσέ μας ἀπό τόν κακό μας ἑαυτό.  Στερέωσε ἐπί τήν πέτραν τῶν Ἐντολῶν Σου τή σαλεμένη μας καρδιά... Μέ δάκρυα ζητῶ τό Ἔλεός Σου!

Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ’ ἡμῶν γενοῦ. Ἔλα καί μεῖνε κοντά μας. Χωρίς τήν Παντοδύναμον Παρουσία Σου, οἱ ἐχθροί μας, δαίμονες καί δαιμονάνθρωποι, θά μᾶς καταβροχθήσουν ζωντανούς. Βοηθόν ἄλλον στή ζωή μας δέν ἔχουμε κανένα καί δέν θέλουμε νά ἔχουμε ἄλλον ἐκτός ἀπό Σένα.  Ἔλα γρήγορα καί μεῖνε κοντά μας, Θεέ μου! Πιστεύω, Κύριε, καί ὁμολογῶ ὅτι Σύ εἶσαι ἄπειρον Ἔλεος,  ἄπειρη Ἀγάπη, ἀλλά καί ἄπειρη Δικαιοσύνη. Σύ, Κύριε, εἶσαι «ὁ λαλῶν Δικαιοσύνην καί ἀγγέλων ἀλήθειαν»(Ἡσ. 45,19). Σύ, Κύριε, εἶσαι «ὁ ἀγαπῶν Δικαιοσύνην καί μισῶν ἁρπάγματα ἐξ ἀδικίας»(Ἡσ. 61,8). Πιστεύω δέ ὅτι  ἦλθε ἡ στιγμή κατά τήν ὁποίαν θά λάμψῃ  ὡς φῶς ἡ δικαιοσύνη Σου. Καί ὄψονται τά ἔθνη τήν Δικαιοσύνην Σου καί βασιλεῖς τήν δόξαν Σου, καί καλέσει σε τό ὄνομά Σου τό καινόν, ὅ ὁ Κύριος ὀνομάσει αὐτό» (Ἡσ. 61,1-2). Καί πράγματι ὁ Οὐράνιος Πατήρ, Ἐσένα τόν Μονογενῆ Του Υἱόν, γενόμενον, δι’ ἡμᾶς ὑπήκοον μέχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ, καί ὡς ἄνθρωπον Σέ ὑπερύψωσε καί ἐχαρίσατο εἰς Σέ ὄνομα τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ Ὀνόματί Σου  πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων καί πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστός εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. β΄8-11) καί Σοῦ ἔδωκε «πᾶσαν ἐξουσίαν ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς»(Ματθ. κστ΄18). Διά τοῦτο καί «ἔτι ἡ χείρ ὑψηλή» (Ἡσ. 5,25). 



Γι’αὐτό γιά τήν ἀμετανοησία τῶν ἀνθρώπων καί κατά λόγον Δικαιοσύνης, τό Παντοδύναμο Χέρι Σου, Κύριε, εἶναι ὑψωμένο, ἕτοιμο νά  καταπέσῃ καί νά συντρίψῃ πάντα ὐψηλόν καί ὑπερήφανον καί νά κονιορτοποιήσῃ τήν ἀσέβειαν καί τούς ἀσεβεῖς ὡς τά ἄχρηστα σκεύη κεραμέως. Κύριέ μου, ἐπειδή ἔχω προσωπική ἐμπειρία τῆς ἀγάπης Σου καί τῆς Δικαιοσύνης Σου, τολμῶ, μετά φόβου, καί, ἱκετεύων, Σέ ἐρωτῶ. Πότε θά ἔλθῃς καί θά ἀποδώσῃς Διακαιοσύνην εἰς τούς κατοικοῦντας ἐπί τῆς γῆς; Πότε θά παύσῃ ἡ τόση ἀδικοπραγία; Κύριε μου, γλυκύτατέ μου Ἰησοῦ, Σύ, τό ἄκακον Ἀρνίον, ὅταν ἄνοιξες τήν πέμπτην σφραγίδα εἶδεν ὁ ἠγαπημένος Ἰωάννης ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου τάς ψυχάς τῶν ἐσφαγμένων διά τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί διά τήν μαρτυρίαν Σοῦ, τοῦ Ἀρνίου ἥν εἶχον· καί ἔκραξαν φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες· Ἕως πότε, ὁ Δεσπότης ὁ Ἅγιος καί ὁ Ἀληθινός, οὐ κρίνεις  καί ἐκδικεῖς τό αἷμα ἡμῶν ἐκ τῶν κατοικούντων ἐπί τῆς γῆς;»(Ἀποκ. στ΄9-10).Κύριε, ἕως πότε θά μακροθυμῇς καί δέν θά κάνῃς  κρίσιν καί δέν θά ἀποδίδῃς δικαιοσύνην, γιά τό ἀδικοχυμένο αἷμα τῶν ἀθώων παιδιῶν Σου; Καθημερινά, ὅπως γνωρίζῃς καλλίτερα ἀπό ὅλους, ὡς Θεός, σφαγιάζονται ἀθῶοι, ἀκόμη καί ἄκακα βρέφη ἀπό ἀδιστάκτους δολοφόνους, οἱ ὁποῖοι, χωρίς ἴχνος ντροπῆς, κάνουν Θρίαμβο, πάνω στά νωπά αἵματα τῶν ἀθώων θυμάτων τους καί καυχῶνται, γιά τά ἀτοπήματά τους καί μᾶς χλευάζουν λέγοντες, Ποῦ εἶναι ὁ Θεός σας; Κύριε, Σύ ὁ Μόνος Δίκαιος, ἕως Πότε θά μακροθυμεῖς; Ἕως πότε θά ξανασταυρώνεσαι εἰς τό πρόσωπον τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν Σου;

Πότε, ἐπί τέλους, θά ἔλθῃς νά ἐπιβάλῃς τό ὁριστικόν Τέλος τῆς Ἀνομίας καί θά μᾶς λυτρώσῃς ἀπό τόν Κακό μας ἑαυτό;  

Ἄκουσε τίς ἄναρθρες κραυγές μου, Παντοδύναμε καί ἔρχου ταχύ. «Κύριε τῶν Δυνάμεων, μεθ’ ἡμῶν γενοῦ· ἄλλον γάρ ἐκτός Σου βοηθόν, ἐν θλίψεσιν οὐκ ἔχομεν· Κύριε τῶν Δυνάμεων, ἐλέησον ἠμᾶς».


 


2 σχόλια:

  1. Μια ακόμη υπέροχη προσευχή. Ευχαριστούμε πολύ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πόσο πιο περιγραφικός να γίνετε; Πόσο πιο αληθινός;Τα είπατε ολα μέσα απο μια ανάρτηση.Απεικονισατε όλα όσα συμβαίνουν σήμερα που ζούμε και που δεν θέλουμε να πιστέψουμε.Με μια δυνατή προσευχή στον Κύριο όπως εσείς ξέρετε μας καθυλωσατε για πολλοστή φορά τον νουν και την ψυχή να συμπορευτούν μαζί σας και να ψάλλουν το.<< Κύριε των δυνάμεων μεθ ημών γενου>>..Ο Θεός να σας έχει πάντα καλά.
    Σας ευχαριστούμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή